Από την πρωτοβυζαντινή φυσιογνωμία της Πόλεως σώζονται ελάχιστα ίχνη. Ακόμα λιγότερα, και πολύ θλιβερότερα, είναι τα σωζόμενα κατάλοιπα του μεσοβυζαντινού και υστεροβυζαντινού της βίου. Από τα εκατοντάδες εκκλησιαστικά κτίσματα διασώθηκαν γύρω στα τριάντα –όσα έγιναν μουσουλμανικά τεμένη κι έτσι διατήρησαν τουλάχιστον την κτιριακή τους όψη, με μικρές ή μεγαλύτερες αλλοιώσεις. Από τα δεκάδες αυτοκρατορικά παλάτια, τα εκατοντάδες δημόσια οικοδομήματα και τους χιλιάδες πλούσιους οίκους δεν απόμειναν παρά μηδαμινά θρύψαλα. Τα λιμάνια επιχωματώθηκαν. Τα θαλάσσια τείχη του Κεράτιου γκρεμίστηκαν, της Προποντίδας καταρρέουν. Οι μυριάδες κίονες και τα πολυτελή μάρμαρα, όσα γλίτωσαν από τις αρπαγές των Βενετών το 1204, χρησιμοποιήθηκαν για τη διακόσμηση νέων κτισμάτων. Οι αλλεπάλληλοι σεισμοί και οι τρομακτικές πυρκαγιές ολοκλήρωσαν την καταστροφή, την οποία είχε ήδη υποστεί η Βασιλεύουσα από το 1204 μέχρι το 1453 και από το 1453 μέχρι το 1544, όταν έφτασε στην Πόλη ο πολυμαθής ουμανιστής Petrus Gyllius. Ο απεσταλμένος του αυτοκράτορα Φραγκίσκου Α´ επιδόθηκε στην ανίχνευση των λιγοστών λειψάνων, όσων δεν είχαν ακόμα εξαφανιστεί, και στην περιγραφή πολύτιμων τοπογραφικών δεδομένων. Πέρα από ένα μέρος του εντυπωσιακού υδρευτικού δικτύου, τα ορατά μνημεία που διατηρούν μέχρι σήμερα κάτι από τη λαμπρή πρωτοβυζαντινή μορφή τους είναι τα δύο εκείνα κτίσματα τα οποία είχαν επιλέξει οι ίδιοι οι Βυζαντινοί για να συμβολίσουν την ουσία της πρωτεύουσάς τους: η Αγία του Θεού Σοφία και τα θεοφρούρητα Χερσαία Τείχη. Αλλά η φορτισμένη μνήμη ξεπερνά τα μεγέθη και τις περιπέτειες του κτιστού κόσμου. Ο άκτιστος κόσμος βρίσκεται πάντα εκεί. Και η πόλις του Κωνσταντίνου, θεμελιωμένη στο αρχαιοελληνικό Βυζάντιον και κτισμένη από την πανσπερμία των εθνών της Υστερορωμαϊκής εποχής, νωχελικά απλωμένη μεταξύ Ευρώπης και Ασίας, ανάμεσα στις ελληνικές θάλασσες της πρωτοχριστιανικής Οικουμένης –την Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο, την Προποντίδα και τον Εύξεινο–, θα παραμένει διφυής και δισυπόστατη, όπως το είχαν προβλέψει οι πολυθεϊστές αστρολόγοι που συμβούλεψαν τον πρώτο χριστιανό αυτοκράτορα να την προικίσει με τα χαρίσματα του υδροχαρή Σκορπιού και του γήινου Ταύρου. Βοός-πόρος [Βόσπορος] άλλωστε ονομάζεται το θαλασσινό στενό από το οποίο εξαρτάται η ζωή της μαγικής αυτής πόλης. Τον ελέγχει και ελέγχεται από τα νερά του καθώς γερνούν μαζί, μετρώντας τα ψάρια που λιγοστεύουν και τα απόβλητα που πληθαίνουν.» Αυτά βέβαια γραμμένα πριν από τριάντα ακριβώς χρόνια. Σήμερα, εν μέσω απανωτών καταρρεύσεων πάσης φύσεως, δεν μένει παρά να θυμηθούμε το Γενέθλιον. Τα επίσημα «γενέθλια» μιας αρχαιοελληνικής πόλεως, η οποία, αλλάζοντας χαρακτήρα έντεκα αιώνες μετά την αρχική ίδρυσή της, άλλαξε και τη ροή της παγκόσμιας Ιστορίας.
Για το νόμισμα που δημοσιεύουμε στην ανάρτηση: Ο αήττητος Κωνσταντίνος και ο προστάτης του, ο Αήττητος Ήλιος (Sol Invinctus), με όλων των ειδών τα σύμβολα της δύναμης και της νίκης. Το χρυσό μετάλλιο κυκλοφόρησε το 313 με την ευκαιρία της άφιξης του Κωνσταντίνου στα Μεδιόλανα (το Μιλάνο), όπου υπογράφηκε και το Διάταγμα της Ανεξιθρησκίας. Βάρος 39,78 γρ. Διάμετρος 4 εκ. Η πίσω όψη στην επόμενη φωτ Ο Κωνσταντίνος ήταν αυτός που εξέδωσε λίγο αργότερα το περίφημο χρυσό νόμισμα το οποίο διατήρησε τη σταθερή του αξία από τον 4ο μέχρι τον 11ο αιώνα και κυκλοφόρησε από την Σκανδιναβία, την Αγγλία και τις Κάτω Χώρες μέχρι την Ινδία, την Ταπροβάνη (Σρί Λάνκα) και την Κίνα. Για να αντιληφθούμε τι σήμαινε στη ζωή και στη συνείδηση των λαών ολόκληρης της οικουμένης το Βυζάντιο. Είναι αυτό το «κάποιο νόμισμα» που μέχρι σήμερα εμείς αποκαλούμε «κωνσταντινάτο» έστω κι αν δεν έχει πια καμία σχέση με το αυθεντικό, αλλά το θεωρούμε πολύτιμο και το δωρίζουμε σε βαφτιστήρια κι άλλα πολύ αγαπημένα πρόσωπα.
Πηγή: Φως Φαναρίου


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου