Τετάρτη 2 Αυγούστου 2023

Κατά Ματθαίο Άγιο Ευαγγέλιο, Κεφάλαιο Κ'(20) 1-16

Κατά Ματθαίο Άγιο Ευαγγέλιο, Κεφάλαιο Κ'(20) 1-16

Ὁμοία γάρ ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ οἰκοδεσπότῃ, ὅστις ἐξῆλθεν ἅμα πρωΐ μισθώσασθαι ἐργάτας εἰς τὸν ἀμπελῶνα

αὐτοῦ.
καὶ συμφωνήσας μετὰ τῶν ἐργατῶν ἐκ δηναρίου τὴν ἡμέραν ἀπέστειλεν αὐτοὺς εἰς τὸν ἀμπελῶνα αὐτοῦ.
καὶ ἐξελθὼν περὶ τρίτην ὥραν εἶδεν ἄλλους ἑστῶτας ἐν τῇ ἀγορᾷ ἀργούς,
καὶ ἐκείνοις εἶπεν· ὑπάγετε καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν ἀμπελῶνα, καὶ ὃ ἐὰν ᾖ δίκαιον δώσω ὑμῖν. οἱ δὲ ἀπῆλθον.
πάλιν ἐξελθὼν περὶ ἕκτην καὶ ἐνάτην ὥραν ἐποίησεν ὡσαύτως.
περὶ δὲ τὴν ἑνδεκάτην ὥραν ἐξελθὼν εὗρεν ἄλλους ἑστῶτας ἀργούς, καὶ λέγει αὐτοῖς· τί ὧδε ἑστήκατε ὅλην τὴν ἡμέραν ἀργοί;
λέγουσιν αὐτῷ· ὅτι οὐδεὶς ἡμᾶς ἐμισθώσατο. λέγει αὐτοῖς· ὑπάγετε καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν ἀμπελῶνα, καὶ ὃ ἐὰν ᾖ δίκαιον λήψεσθε.
ὀψίας δὲ γενομένης λέγει ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος τῷ ἐπιτρόπῳ αὐτοῦ· κάλεσον τοὺς ἐργάτας καὶ ἀπόδος αὐτοῖς τὸν μισθόν, ἀρξάμενος ἀπὸ τῶν ἐσχάτων ἕως τῶν πρώτων.
καὶ ἐλθόντες οἱ περὶ τὴν ἑνδεκάτην ὥραν ἔλαβον ἀνὰ δηνάριον.
ἐλθόντες δὲ οἱ πρῶτοι ἐνόμισαν ὅτι πλείονα λήψονται, καὶ ἔλαβον καὶ αὐτοὶ ἀνὰ δηνάριον.
λαβόντες δὲ ἐγόγγυζον κατὰ τοῦ οἰκοδεσπότου
λέγοντες ὅτι οὗτοι οἱ ἔσχατοι μίαν ὥραν ἐποίησαν, καὶ ἴσους ἡμῖν αὐτοὺς ἐποίησας τοῖς βαστάσασι τὸ βάρος τῆς ἡμέρας καὶ τὸν καύσωνα.
ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν ἑνὶ αὐτῶν· ἑταῖρε, οὐκ ἀδικῶ σε· οὐχὶ δηναρίου συνεφώνησάς μοι;
ἆρον τὸ σὸν καὶ ὕπαγε· θέλω δὲ τούτῳ τῷ ἐσχάτῳ δοῦναι ὡς καὶ σοί·
ἢ οὐκ ἔξεστί μοι ποιῆσαι ὃ θέλω ἐν τοῖς ἐμοῖς, εἰ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρός ἐστιν ὅτι ἐγὼ ἀγαθός εἰμι;
Οὕτως ἔσονται οἱ ἔσχατοι πρῶτοι καὶ οἱ πρῶτοι ἔσχατοι· πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.


Νεοελληνική Απόδοση

Η παραβολή των εργατών του αμπελώνα

«Γιατί η βασιλεία των ουρανών είναι όμοια με άνθρωπο οικοδεσπότη, που εξήλθε μόλις ήρθε το πρωί, για να μισθώσει εργάτες για τον αμπελώνα του.
Και αφού συμφώνησε με τους εργάτες από ένα δηνάριο την ημέρα, τους απέστειλε στον αμπελώνα του.
Και όταν εξήλθε γύρω στις εννιά η ώρα το πρωί, είδε άλλους να έχουν σταθεί στην αγορά αργοί
και σ’ εκείνους είπε: “Πηγαίνετε κι εσείς στον αμπελώνα, και ό,τι είναι δίκαιο θα σας δώσω”.
Εκείνοι έφυγαν. Πάλι, λοιπόν, όταν εξήλθε γύρω στις δώδεκα, και κατά τις τρεις η ώρα, έκανε ομοίως.
Και κατά τις πέντε, όταν εξήλθε, βρήκε άλλους να έχουν σταθεί και τους λέει: “Γιατί έχετε σταθεί εδώ όλη την ημέρα αργοί”;
Του λένε: “Γιατί κανείς δε μας μίσθωσε”. Τους λέει: “Πηγαίνετε κι εσείς στον αμπελώνα”.
Και όταν έγινε βράδυ, λέει ο κύριος του αμπελώνα στον επίτροπό του: “Κάλεσε τους εργάτες και απόδωσε σ’ αυτούς το μισθό, αφού αρχίσεις από τους τελευταίους έως τους πρώτους”.
Τότε ήρθαν οι εργαζόμενοι γύρω στις πέντε η ώρα και έλαβαν από ένα δηνάριο.
Και όταν ήρθαν οι πρώτοι, νόμισαν ότι θα λάβουν περισσότερο. Αλλά έλαβαν από ένα δηνάριο και αυτοί.
Και όταν το έλαβαν, γόγγυζαν κατά του οικοδεσπότη,
λέγοντας: “Αυτοί οι τελευταίοι μια ώρα έκαναν, και τους έκανες ίσους μ’ εμάς, που βαστάξαμε το βάρος της ημέρας και τον καύσωνα”.
Εκείνος αποκρίθηκε σ’ έναν από αυτούς και είπε: “Σύντροφε, δε σε αδικώ. Δε συμφώνησες μ’ εμένα για ένα δηνάριο;
Πάρε το δικό σου και πήγαινε. Θέλω όμως σ’ αυτόν τον τελευταίο να δώσω όπως και σ’ εσένα.
Ή δε μου επιτρέπεται να κάνω ό,τι θέλω με τα δικά μου χρήματα; Ή ο οφθαλμός σου είναι κακός, επειδή εγώ είμαι αγαθός”;
Έτσι θα γίνουν οι τελευταίοι πρώτοι και οι πρώτοι τελευταίοι».


Κατά Ματθαίο Άγιο Ευαγγέλιο, Κεφάλαιο ΚΑ'(21) 33-42

῎Αλλην παραβολὴν ἀκούσατε. ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησεν.
ὅτε δὲ ἤγγισεν ὁ καιρὸς τῶν καρπῶν, ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ.
καὶ λαβόντες οἱ γεωργοὶ τοὺς δούλους αὐτοῦ ὃν μὲν ἔδειραν, ὃν δὲ ἀπέκτειναν, ὃν δὲ ἐλιθοβόλησαν.
πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων, καὶ ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως.
ὕστερον δὲ ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ λέγων· ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου.
οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ.
καὶ λαβόντες αὐτὸν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος, καὶ ἀπέκτειναν.
῞Οταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις;
λέγουσιν αὐτῷ· κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν.
λέγει αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς· οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας· παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν;

Νεοελληνική Απόδοση

Η παραβολή του αμπελώνα και των γεωργών

«Άλλη παραβολή ακούστε: Ήταν ένας άνθρωπος οικοδεσπότης, ο οποίος φύτεψε αμπελώνα και τον περιέβαλε με φράχτη και έσκαψε σ’ αυτόν πατητήρι και οικοδόμησε πύργο και τον νοίκιασε σε γεωργούς και αποδήμησε.
Όταν λοιπόν πλησίασε ο καιρός των καρπών, απέστειλε τους δούλους του προς τους γεωργούς να λάβουν τους καρπούς του.
Και αφού έπιασαν οι γεωργοί τους δούλους του, έναν έδειραν, άλλον σκότωσαν, άλλον λιθοβόλησαν.
Πάλι απέστειλε άλλους δούλους περισσότερους από τους πρώτους και έκαναν σ’ αυτούς ομοίως.
Ύστερα, λοιπόν, απέστειλε προς αυτούς το γιο του λέγοντας: “Θα ντραπούν το γιο μου”.
Οι γεωργοί, όμως, όταν είδαν το γιο, είπαν μεταξύ τους: “Αυτός είναι ο κληρονόμος. Ελάτε να τον σκοτώσουμε και να έχουμε την κληρονομιά του”.
Και αφού τον έπιασαν, τον έβγαλαν έξω από τον αμπελώνα και τον σκότωσαν.
Όταν λοιπόν έρθει ο κύριος του αμπελώνα, τι θα κάνει στους γεωργούς εκείνους;»
Του λένε: «Τους κακούς, κακώς θα τους εξολοθρέψει και τον αμπελώνα θα τον νοικιάσει σε άλλους γεωργούς, που θα του αποδώσουν τους καρπούς στους καιρούς τους».
Τους λέει ο Ιησούς: «Ποτέ δε διαβάσατε στις Γραφές, Λίθο που αποδοκίμασαν οι οικοδόμοι, αυτός έγινε κορωνίδα. Από τον Κύριο έγινε αυτός και είναι θαυμαστός στα μάτια μας;


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου