Επιστολή Αποστόλου Παύλου – Προς Θεσσαλονικείς Α’, Β'(2) 14-20
ὑμεῖς γὰρ μιμηταὶ ἐγενήθητε, ἀδελφοί, τῶν ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ τῶν οὐσῶν ἐν τῇ ᾿Ιουδαίᾳ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ὅτι τὰ αὐτὰ ἐπάθετε καὶ
ὑμεῖς ὑπὸ τῶν ἰδίων συμφυλετῶν καθὼς καὶ αὐτοὶ ὑπὸ τῶν ᾿Ιουδαίων,τῶν καὶ τὸν Κύριον ἀποκτεινάντων ᾿Ιησοῦν καὶ τοὺς ἰδίους προφήτας, καὶ ἡμᾶς ἐκδιωξάντων, καὶ Θεῷ μὴ ἀρεσκόντων, καὶ πᾶσιν ἀνθρώποις ἐναντίων,
κωλυόντων ἡμᾶς τοῖς ἔθνεσι λαλῆσαι ἵνα σωθῶσιν, εἰς τὸ ἀναπληρῶσαι αὐτῶν τὰς ἁμαρτίας πάντοτε. ἔφθασε δὲ ἐπ’ αὐτοὺς ἡ οργὴ εἰς τέλος.
῾Ημεῖς δέ, ἀδελφοί, ἀπορφανισθέντες ἀφ’ ὑμῶν πρὸς καιρὸν ὥρας, προσώπῳ οὐ καρδίᾳ, περισσοτέρως ἐσπουδάσαμεν τὸ πρόσωπον ὑμῶν ἰδεῖν ἐν πολλῇ ἐπιθυμίᾳ.
διὸ ἠθελήσαμεν ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς, ἐγὼ μὲν Παῦλος καὶ ἅπαξ καὶ δίς, καὶ ἐνέκοψεν ἡμᾶς ὁ σατανᾶς.
τίς γὰρ ἡμῶν ἐλπὶς ἢ χαρὰ ἢ στέφανος καυχήσεως ἢ οὐχὶ καὶ ὑμεῖς ἔμπροσθεν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ αὐτοῦ παρουσίᾳ;
ὑμεῖς γάρ ἐστε ἡ δόξα ἡμῶν καὶ ἡ χαρά.
Νεοελληνική Απόδοση
Η διακονία του Παύλου στη Θεσσαλονίκη
Γιατί εσείς, αδελφοί, γίνατε μιμητές των εκκλησιών του Θεού που είναι στην Ιουδαία ενωμένες με το Χριστό Ιησού. Γιατί τα ίδια πάθατε κι εσείς από τους δικούς σας ομοεθνείς καθώς και αυτοί από τους Ιουδαίους,
οι οποίοι σκότωσαν και τον Κύριο Ιησού και τους προφήτες, και εμάς απόδιωξαν και στο Θεό δεν αρέσουν και σ’ όλους τους ανθρώπους είναι ενάντιοι,
εμποδίζοντάς μας να κηρύξουμε στα έθνη, για να σωθούν, για να γεμίζουν το μέτρο των αμαρτιών τους πάντοτε. Έφτασε όμως πάνω τους η οργή στο τέλος.
Η επιθυμία του Παύλου να επισκεφτεί πάλι την εκκλησία
Εμείς όμως, αδελφοί, όταν ορφανέψαμε από εσάς πρόσκαιρα, στο πρόσωπο όχι στην καρδιά, φροντίσαμε περισσότερο να δούμε το πρόσωπό σας με πολλή επιθυμία.
Γιατί θελήσαμε να έρθουμε προς εσάς, εγώ βέβαια ο Παύλος και μια και δυο φορές, αλλά μας εμπόδισε ο Σατανάς.
Γιατί ποια είναι η ελπίδα μας ή η χαρά μας ή ο στέφανος της καύχησής μας μπροστά στον Κύριό μας Ιησού κατά την παρουσία του; Ή δεν είστε βέβαια εσείς;
Εσείς πράγματι είστε η δόξα μας και η χαρά μας.
Επιστολή Αποστόλου Παύλου – Προς Ρωμαίους, Η'(8) 14-21
῞Οσοι γὰρ Πνεύματι Θεοῦ ἄγονται, οὗτοί εἰσιν υἱοὶ Θεοῦ.
οὐ γὰρ ἐλάβετε Πνεῦμα δουλείας πάλιν εἰς φόβον, ἀλλ᾿ ἐλάβετε Πνεῦμα υἱοθεσίας, ἐν ᾧ κράζομεν· ἀββᾶ ὁ πατήρ.
αὐτὸ τὸ Πνεῦμα συμμαρτυρεῖ τῷ πνεύματι ἡμῶν ὅτι ἐσμὲν τέκνα Θεοῦ.
εἰ δὲ τέκνα, καὶ κληρονόμοι, κληρονόμοι μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δὲ Χριστοῦ, εἴπερ συμπάσχομεν ἵνα καὶ συνδοξασθῶμεν.
Λογίζομαι γὰρ ὅτι οὐκ ἄξια τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρὸς τὴν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς.
ἡ γὰρ ἀποκαραδοκία τῆς κτίσεως τὴν ἀποκάλυψιν τῶν υἱῶν τοῦ Θεοῦ ἀπεκδέχεται.
τῇ γὰρ ματαιότητι ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὐχ ἑκοῦσα, ἀλλὰ διὰ τὸν ὑποτάξαντα, ἐπ᾿ ἐλπίδι
ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπὸ τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ.
Νεοελληνική Απόδοση
Η ζωή του Πνεύματος
Γιατί όσοι οδηγούνται από το Πνεύμα του Θεού, αυτοί είναι γιοι Θεού.
Επειδή δε λάβατε Πνεύμα δουλείας, για να φοβάστε πάλι, αλλά λάβατε Πνεύμα υιοθεσίας με το οποίο φωνάζουμε: «Αββά, Πατέρα».
Αυτό το Πνεύμα συμμαρτυρεί με το πνεύμα μας ότι είμαστε τέκνα Θεού.
Και αν είμαστε τέκνα του, είμαστε και κληρονόμοι του. Αφενός κληρονόμοι Θεού, αφετέρου συγκληρονόμοι Χριστού, αν βέβαια συμπάσχουμε, για να συνδοξαστούμε και μαζί του.
Η μελλοντική δόξα
Συλλογίζομαι, πράγματι, ότι δεν είναι άξια τα παθήματα του τωρινού καιρού να συγκριθούν με τη μελλοντική δόξα που θα αποκαλυφτεί σ’ εμάς.
Γιατί η μεγάλη προσδοκία της κτίσης είναι ότι περιμένει την αποκάλυψη των γιων του Θεού.
Επειδή η κτίση υποτάχτηκε στη ματαιότητα όχι εκούσια, αλλά εξαιτίας αυτού που την υπόταξε, με την ελπίδα
ότι και αυτή η κτίση θα ελευθερωθεί από τη δουλεία της φθοράς προς την ελευθερία της δόξας των τέκνων του Θεού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου